ΣΕΚ στη Συνεδρία Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος: Οι μεταρρυθμίσεις μπορούν και πρέπει να είναι το αντίδοτο στη διαχείριση των συνεπειών της ακρίβειας

Τέθηκε χρονοδιάγραμμα μέχρι τα τέλη του 2025 για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος την περασμένη Δευτέρα, 7 Οκτωβρίου, υπό την προεδρία του Υπουργού Εργασίας Γιάννη Παναγιώτου και με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

Η μεταρρύθμιση θα καλύψει τους τρεις πυλώνες των συνταξιοδοτικών παροχών: το σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων, τα ταμεία προνοίας και την ιδιωτική ασφάλιση. Παράλληλα, αναμένεται να καθοριστεί σύντομα ένας οδικός χάρτης για την εφαρμογή της.

Επιπρόσθετα, συμφωνήθηκε η δημιουργία διυπουργικής επιτροπής με τη συμμετοχή των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας, που θα αναλάβει την παρακολούθηση και τον συντονισμό.

Η ΣΕΚ ανέδειξε για ακόμα μια φορά τη θέση πως οι μεταρρυθμίσεις μπορούν και πρέπει να είναι το αντίδοτο στη διαχείριση των συνεπειών της ακρίβειας. Δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος μπορεί να δώσει τη δυνατότητα βελτίωσης του τρόπου διαχείρισης του αποθεματικού του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, επεκτείνοντας τη βιωσιμότητά του μέσα από μια ολοκληρωμένη επενδυτική πολιτική.

Θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην περαιτέρω αξιοποίηση του δεύτερου πυλώνα συνταξιοδοτικών παροχών, που είναι τα Ταμεία Προνοίας, τα οποία προκύπτουν ως βασικό όφελος μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις. Αυτό, μπορεί να διασυνδεθεί με τη δυνατότητα επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων και στο συνταξιοδοτικό. Παράλληλα, σε μια συνολική προσέγγιση, θα πρέπει να δοθεί η συμπληρωματική δυνατότητα για στοχευμένη και σωστά ρυθμισμένη προώθηση του τρίτου πυλώνα, που αφορά την ιδιωτική ασφάλιση.

Τονίστηκε, παράλληλα, η δυνατότητα που θα πρέπει να δοθεί μέσα από την αξιοποίηση της μελέτης του ILO στην ενίσχυση των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, διασφαλίζοντας πως κανένας συνταξιούχος δεν θα βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας.

Επισημάνθηκε, τέλος, πως η εκκρεμότητα που αφορά την αναλογιστική προσαρμογή του 12% μπορεί και πρέπει να τύχει ολιστικής διαχείρισης.

Η ΣΕΚ είναι έτοιμη να εμπλακεί σε έναν δομημένο διάλογο με θετική διάθεση, ώστε το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί να υλοποιηθεί και στην πράξη.

Ο Υπουργός Εργασίας σημείωσε τη θετική διάθεση για εποικοδομητική συνεργασία που επιδείχθηκε από όλες τις πλευρές, τονίζοντας  ότι κοινωνικός διάλογος, είναι  απαραίτητος, χρήσιμός και ουσιαστικός και η Κυβέρνηση θα φροντίσει τον αξιοποιήσει στον μέγιστο δυνατό βαθμό.

Καταρχήν συμφωνία συντεχνιών και ΟΚΥπΥ

Μετά από τρία χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων, επιτεύχθηκε σήμερα καταρχήν συμφωνία μεταξύ του Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας (ΟΚΥπΥ) και των συνδικαλιστικών οργανώσεων που εκπροσωπούν τους εργαζόμενους στα κρατικά νοσηλευτήρια.

Η συμφωνία αυτή αφορά τη συνομολόγηση της πρώτης συλλογικής σύμβασης για το προσωπικό που προσλήφθηκε με προσωπικά συμβόλαια από την ίδρυση του οργανισμού και μετά.

Η νέα συλλογική σύμβαση θα καλύπτει το διοικητικό, γραμματειακό προσωπικό, νοσηλευτές, γιατρούς και άλλους υπαλλήλους που προσελήφθησαν με ατομικά συμβόλαια.

Μέσα από τη συμφωνία, οι όροι απασχόλησης του προσωπικού θα ρυθμίζονται συλλογικά, δίνοντας νέα προοπτική και σταθερότητα στη σταδιοδρομία των εργαζομένων στον οργανισμό.

Το τελικό κείμενο της συμφωνίας αναμένεται να αποσταλεί στις συνδικαλιστικές οργανώσεις αύριο, με στόχο να καθοριστεί σύντομα η ημερομηνία υπογραφής της συλλογικής σύμβασης.

Ο αγώνας της ΟΕΚΔΥ – ΣΕΚ αυτά τα τρία χρόνια, μαζί με τις άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις, δικαιώνεται, και δημιουργεί νέες προοπτικές για τους εργαζομένους στον ΟΚΥπΥ.

ΟΣΥΠΑ: Απορρίφθηκε η Μεσολαβητική Πρόταση του Υπουργείου Εργασίας για ανανέωση της συλλογικής σύμβασης

Κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης των εργαζομένων του Οργανισμού Συγκοινωνιών Πάφου (ΟΣΥΠΑ), που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη, 2 Οκτωβρίου αποφασίστηκε ομόφωνα η απόρριψη της μεσολαβητικής πρότασης του Υπουργείου Εργασίας για ανανέωση της συλλογικής σύμβασης.

 Η απόφαση αυτή επισημοποιήθηκε με την αποστολή σχετικής επιστολής προς το αρμόδιο Υπουργείο, ενημερώνοντας για την αρνητική απάντηση των εργαζομένων.

Οι συντεχνίες των εργαζομένων αναμένουν την επόμενη κίνηση του Υπουργείου Εργασίας, είτε μέσω νέας μεσολαβητικής πρότασης, είτε μέσω της κήρυξης αδιεξόδου.

Σε περίπτωση αδιεξόδου, οι εργαζόμενοι αναμένεται να προβούν σε δυναμικά μέτρα, θέτοντας ως προτεραιότητα την προάσπιση των δικαιωμάτων τους.

Προγραμματισμένη είναι ήδη νέα συνάντηση ανάμεσα στις δύο πλευρές την ερχόμενη Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου, με την ελπίδα να βρεθεί κοινό έδαφος και να επιτευχθεί συμφωνία μέσω διαλόγου.

Συνάντηση συντεχνιών με αντιπροσωπεία της ΔΟΕ για μισθούς και συλλογικές συμβάσεις

Σε κλίμα γόνιμου διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη, 3 Οκτωβρίου, συνάντηση των συντεχνιών με αντιπροσωπεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO).

Η συνάντηση έλαβε χώρα στις εγκαταστάσεις του Υπουργείου Εργασίας και επικεντρώθηκε σε καίρια ζητήματα που αφορούν την αγορά εργασίας, με βασικό θέμα την εξασφάλιση επαρκών μισθών.

Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων, οι εκπρόσωποι των συντεχνιών και της ΔΟΕ αντάλλαξαν απόψεις και ιδέες σχετικά με τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που αφορούν την προσαρμογή των κατώτατων μισθών στις οικονομικές συνθήκες της Κύπρου.

Τονίστηκε η σημασία της προστασίας των εργαζομένων, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού και οικονομικής αβεβαιότητας.

Ένα άλλο καίριο θέμα που συζητήθηκε ήταν η υποχρέωση της Κυβέρνησης για την υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας που προβλέπει την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων στο 80% των εργαζομένων.

Η ανάγκη ενίσχυσης της κάλυψης των συλλογικών συμβάσεων είναι κρίσιμη για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την κατοχύρωση δικαιωμάτων σε μεγαλύτερο ποσοστό του εργατικού δυναμικού.

Τη ΣΕΚ εκπροσώπησε στη συνάντηση ο Γενικός Οργανωτικός, Πανίκος Αργυρίδης, ο οποίος τόνισε τη σημασία της συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων φορέων για την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας και τη διασφάλιση των συμφερόντων των εργαζομένων μέσω της ενίσχυσης των συλλογικών συμβάσεων.

Παράλληλα, ανέφερε ότι οι μισθοί τα τελευταία 10 χρόνια συρρικνώθηκαν κατά περίπου 7%, σε αντίθεση με τα κέρδη των επιχειρήσεων, τα οποία αυξήθηκαν κατά 10% σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας. Αυτό το γεγονός, τόνισε, καταδεικνύει την ανάγκη βελτίωσης των μισθών σε συνάρτηση με την παραγωγικότητα και την οικονομική ανάπτυξη του τόπου.

Το αίτημα «Καμία Δημόσια Σύμβαση χωρίς Συλλογική Σύμβαση» διατρανώσαν στο κέντρο της Ευρώπης οι Εργαζόμενοι

Την 1 Οκτωβρίου 1.000 εργαζόμενοι από εννέα ευρωπαϊκές χώρες συγκεντρώθηκαν, απαιτώντας από την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν να ενεργήσει για να βελτιώσει τις αμοιβές και τις συνθήκες για εκατομμύρια εργαζομένους μέσω της μεταρρύθμισης των διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων.

Εργαζόμενοι, ηγέτες συνδικάτων και μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καταδίκασαν τον «αγώνα προς τα κάτω» που προκαλείται από τις ισχύουσες διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων της ΕΕ, οι οποίες δίνουν προτεραιότητα στη χαμηλότερη τιμή σε βάρος της ευημερίας των εργαζομένων.

Τις εκδήλωσης διαμαρτυρίας προηγήθηκε μία ημέρα πριν ανοιχτή επιστολή από περισσότερους από 100 κορυφαίους οικονομολόγους σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των Thomas Piketty και Isabella Weber, μεσω της οποίας ζητούσαν «μια μεταρρύθμιση των κανόνων της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις που ενισχύει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και βελτιώνει τις συνθήκες εργασίας σε τομείς έντασης εργασίας, όπως ως υπηρεσίες καθαριότητας, ασφάλειας και τροφίμων».

Ο Oliver Roethig, περιφερειακός γραμματέας της συνδικαλιστικής ομοσπονδίας UNI Europa, δήλωσε: «Αυτά τα προβλήματα είναι τα ίδια παντού στην Ευρώπη. Οφείλονται σε κακή νομοθεσία της ΕΕ και ως εκ τούτου χρειάζονται μια λύση σε όλη την ΕΕ. Γι’ αυτό καλούμε την Ursula von der Leyen να κάνει πραγματικότητα την υπόσχεσή της για ποιοτικές θέσεις εργασίας, δίκαιους μισθούς και καλές συνθήκες. Πρέπει τώρα να μεταρρυθμίσουμε τους κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις. Η Ευρώπη αξίζει καλύτερα από έναν αγώνα για τη φθηνότερη τιμή. Οι εργαζόμενοι χρειάζονται μισθούς με αξιοπρέπεια, ασφαλείς και ασφαλείς θέσεις εργασίας».

ΣΕΚ: Τα κοινοβουλευτικά κόμματα να επιδείξουν σεβασμό στο αποτέλεσμα των ελεύθερων διαπραγματεύσεων

Μετά τη συζήτηση στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής στις 30 Σεπτεμβρίου, για την παραχώρηση αυξήσεων 1,5% στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθώς και στις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, η ΣΕΚ εκφράζει τον προβληματισμό και την ανησυχία της σχετικά με τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν από βουλευτές, υπενθυμίζοντας τα ακόλουθα:

1. Οι συλλογικές συμβάσεις, τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, προβλέπουν βελτίωση μισθολογικών και συναφών ωφελημάτων, και αποτελούν το επιστέγασμα του κοινωνικού διαλόγου που έχει προηγηθεί.

2. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν διεκδικήσει και πετύχει μισθολογικές αυξήσεις και βελτίωση ωφελημάτων στο σύνολο των συλλογικών συμβάσεων, σημειώνοντας ότι στον ιδιωτικό τομέα το ύψος των αυξήσεων ήταν υψηλότερο. Αναγνωρίζεται, επίσης, η ανάγκη για επέκταση των συλλογικών συμβάσεων, στο πλαίσιο και της ευρωπαϊκής οδηγίας, με στόχο την κάλυψη του συνόλου των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα.

3. Οι εργασιακές σχέσεις στη χώρα μας και η ομαλή λειτουργία της αγοράς εργασίας, μέσω της διατήρησης της εργατικής ειρήνης, αποτελούν προτεραιότητα και κατάκτηση των κοινωνικών εταίρων. Συνεπώς, επιβάλλεται ο σεβασμός στις διαδικασίες που θεσμικά ακολουθούνται από το πολιτειακό σύστημα.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, και λαμβάνοντας υπόψη ότι το κράτος αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη στον τόπο μας, οφείλει να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση.

Τα κοινοβουλευτικά κόμματα οφείλουν να επιδείξουν σεβασμό και να λάβουν υπόψη τα αποτελέσματα της ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης.

Επιπλέον, η θετική πορεία της οικονομίας και τα αυξημένα κέρδη των εταιρειών δεν βρίσκονται σε αντιστοιχία με τα επίπεδα των μισθών, όπως αποτυπώνεται και από τα πρόσφατα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας.

Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε βελτίωση μισθολογικών και άλλων ωφελημάτων συνδράμει προς την επίτευξη του στόχου της κοινωνικής συνοχής.

Γ.Γ. ΣΕΚ για τον τερματισμό των μέτρων στήριξης κατά της ακρίβειας: «Απαιτούνται δομικές μεταρρυθμίσεις και κοινωνικός διάλογος»

Ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Φ. Μάτσας, φιλοξενήθηκε στην εκπομπή “Πρωτοσέλιδο” του ΣΙΓΜΑ με τον Ανδρέα Δημητρόπουλο, όπου συζητήθηκε -μεταξύ άλλων- η απόφαση της κυβέρνησης να τερματίσει τα στοχευμένα μέτρα για την ακρίβεια και το ρεύμα.

Στη συζήτηση, ο κ. Μάτσας υπογράμμισε τη σημασία του κοινωνικού διαλόγου, επισημαίνοντας ότι η συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους και τους φορείς που εκπροσωπούν την κοινωνία δεν βρίσκεται στο επίπεδο που θα έπρεπε.

«Αυτά τα ζητήματα θα πρέπει να συζητούνται διεξοδικά, ώστε να ανταλλάσσονται απόψεις και οι αποφάσεις να πλησιάζουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις ανάγκες της κοινωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τα οικονομικά δεδομένα», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, ανέδειξε το γεγονός ότι η βελτίωση της οικονομίας δεν αντανακλάται στα εισοδήματα των εργαζομένων, τονίζοντας ότι τα προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν με αποσπασματικά ή προσωρινά μέτρα.

«Τα προσωρινά μέτρα έχουν ημερομηνία λήξης, είτε αυτή καθορίζεται συλλογικά είτε αποσπασματικά και μονομερώς», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι τα προβλήματα είναι δομικά και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπιστούν. Σύμφωνα με τον κ. Μάτσα, απαιτούνται τομές και μεταρρυθμίσεις που να καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.

Επιπλέον, τόνισε τη σημασία της επέκτασης της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ) σε όλους τους εργαζόμενους μέσω συλλογικών συμβάσεων, ώστε οι μισθοί να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες διαβίωσης.

Επεσήμανε, επίσης, ότι ο εθνικός κατώτατος μισθός πρέπει να συνδέεται με την πορεία του κόστους ζωής, εξασφαλίζοντας τη διατήρηση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων.

Όσο αφορά στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, δήλωσε πως είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί ο διάλογος, ο οποίος παραμένει ανοιχτός, με στόχο να διασφαλίσουμε ότι κανένας συνταξιούχος δεν θα λαμβάνει σύνταξη κάτω από το όριο της φτώχειας.

Πρέπει επίσης, είπε, να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τον θεσμό των Ταμείων Προνοίας, που προκύπτουν μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις, ως δεύτερο πυλώνα συνταξιοδοτικών παροχών.

Κλείνοντας, προειδοποίησε για την ανάγκη έγκαιρων δράσεων αναφορικά με την πράσινη μετάβαση. «Βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο, και αν δεν λάβουμε άμεσα μέτρα, η επιβάρυνση για τους εργαζομένους και την κοινωνία γενικότερα θα είναι τεράστια» είπε.

Οι προκλήσεις των νησιωτικών κρατών της ΕΕ στο επίκεντρο της Συνδιάσκεψης της ΕΟΚΕ με τους κοινωνικούς εταίρους της Κύπρου

Η κατάσταση και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα νησιωτικά κράτη και οι περιοχές της ΕΕ αναδείχθηκαν στη συνδιάσκεψη του Συλλόγου πρώην μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ), η οποία πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή, 27 Σεπτεμβρίου 2024, στο Μέγαρο της ΣΕΚ, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους της Κύπρου, στην παρουσία και του Υφυπουργού Μετανάστευσης.

Στον χαιρετισμό του, ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Φ. Μάτσας, αναφέρθηκε στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Κύπρος λόγω της μεταναστευτικής κρίσης.

Όπως τόνισε, η γεωγραφική θέση του νησιού το καθιστά πρώτο σημείο αναφοράς για τις μεταναστευτικές ροές, είτε από την Αφρική είτε από την Ανατολή.

Συνδέοντας το ζήτημα αυτό με τη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή, ο κ. Μάτσας τόνισε την ανάγκη η ΕΕ να υιοθετήσει μια πιο συντονισμένη και αλληλέγγυα πολιτική απέναντι στη διαχείριση της μετανάστευσης, ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των κρατών-μελών και η ένταξη των μεταναστών στις τοπικές κοινωνίες.

Ο κ. Μάτσας υπογράμμισε επίσης τις προκλήσεις που δημιουργούνται από την έλλειψη ενιαίας μεταναστευτικής πολιτικής στην ΕΕ, με αποκλίνουσες τάσεις από διάφορα κράτη-μέλη. Η μη ύπαρξη κοινής προσέγγισης, όπως σημείωσε, μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικές εντάσεις και στην άνοδο ακραίων κινημάτων που αντιτίθενται στη δημοκρατική λειτουργία της ΕΕ.

Στη συνέχεια, ο Υφυπουργός Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, Νικόλας Ιωαννίδης, ανέφερε ότι η υποστήριξη των νησιωτικών κρατών δεν είναι μόνο ζήτημα δίκαιης κατανομής βαρών, αλλά και στρατηγικής σημασίας για την κοινή ευημερία της ΕΕ.

Ο κ. Ιωαννίδης χαρακτήρισε τη μετανάστευση ως συλλογική πρόκληση που κανένα κράτος δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει από μόνο του. Ως εκ τούτου, σημείωσε, καθίσταται αναγκαία η ενίσχυση της υποστήριξης προς την Κύπρο και τα νησιωτικά κράτη, τα οποία συνήθως αποτελούν κράτη πρώτης γραμμής, με την παροχή των απαραίτητων πόρων και εργαλείων ώστε να καταστεί δυνατή η διαχείριση του μεταναστευτικού ρεύματος. Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να προωθηθεί η αλληλεγγύη και η συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί η δίκαιη κατανομή ευθυνών και προκλήσεων.

Όπως δήλωσε, οι πρόσφατες αλλαγές πολιτικής της ΕΕ, όπως περιγράφονται στο Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, δείχνουν μια στροφή προς μια πιο ολοκληρωμένη και συντονισμένη προσέγγιση. Παρ’ όλα αυτά, ανέφερε, υπάρχουν αρκετές προκλήσεις ως προς την εφαρμογή του.

Σημείωσε ακόμα ότι η μεταστροφή αυτή είναι ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς τα κράτη μέλη έχουν αναγκαστεί να πάρουν μονομερή μέτρα για να αντιμετωπίσουν τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές. Αναφέρθηκε στο πρόσφατο παράδειγμα των μέτρων που έχει υιοθετήσει η Γερμανία, αλλά και σε πολιτικές που ακολουθούν άλλα κράτη μέλη τα τελευταία χρόνια, οι οποίες καταδεικνύουν τη σοβαρότητα του μεταναστευτικού ζητήματος και την ανάγκη για ενιαία και ολοκληρωμένη διαχείρισή του.

«Υπό το φως των ανωτέρω, θεωρούμε ότι η πολιτική της ΕΕ θα πρέπει να συνυπολογίζει περισσότερο τα νησιωτικά κράτη και περιοχές, στο πλαίσιο μιας κοινής πολιτικής για όλα τα ευρωπαϊκά νησιωτικά εδάφη», ανέφερε. Τόνισε ότι «η υποστήριξη των νησιωτικών περιοχών μας δεν είναι μόνο ζήτημα δικαιοσύνης και ανάγκης ισότιμης κατανομής βαρών, αλλά και στρατηγικής σημασίας για την ΕΕ. Πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να διασφαλίσουμε ότι τα νησιά μας θα συνεχίσουν να ανθίζουν και να συμβάλλουν στην κοινή μας ευημερία».

Τέλος, τόνισε την ετοιμότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας να αντιμετωπίσει τις πολυσύνθετες προκλήσεις που άπτονται του μεταναστευτικού, σε συνεργασία τόσο με την ΕΕ και τα κράτη-μέλη όσο και με τρίτες χώρες, πάντα στο πλαίσιο του διεθνούς και ενωσιακού δικαίου.