Η ΣΕΚ εύχεται χρόνια πολλά και ευλογημένα, σε όλες και σε όλους, και κάθε θετική εξέλιξη σε προσωπικό, επαγγελματικό, κοινωνικό και εθνικό επίπεδο κατά το 2025.
Έχουμε διανύσει ένα έτος κατά το οποίο τέθηκαν και υλοποιήθηκαν στόχοι οι οποίοι διασυνδέονται με την προώθηση της αξιοπρέπειας και της ποιότητας στην αγορά εργασίας, με επίκεντρο τον ίδιο τον εργαζόμενο.
Στο πλαίσιο αυτό, ανανεώθηκε και συνομολογήθηκε σημαντικός αριθμός συλλογικών συμβάσεων, τόσο σε κλαδικό, όσο και κυρίως σε επιχειρησιακό επίπεδο, με στόχο τη δίκαιη και ισορροπημένη ανάπτυξη και τη διατήρηση της εργατικής ειρήνης.
Οι συλλογικές συμβάσεις έχουν επιφέρει σημαντικές μισθολογικές αυξήσεις και βελτίωση των συνεισφορών στα Ταμεία Προνοίας και στα Ταμεία Ευημερίας, σε μια προσπάθεια καλύτερης διαχείρισης των προβλημάτων που διασυνδέονται με την αύξηση του κόστους ζωής, σε συνάρτηση με την ανταποδοτικότητα που θα πρέπει να αποδίδεται προς τους εργαζόμενους, στη βάση του ρόλου τους ως η ουσιαστικότερη συνιστώσα προς το παραγόμενο προϊόν.
Παράλληλα, εντός του 2024 επιβεβαιώθηκε για ακόμα μία φορά πως, όταν οι εργαζόμενοι συσπειρώνονται στις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις, μπορούν να διεκδικούν με επιτυχία, αξιοποιώντας το θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα πρέπει να προστατευτεί και ενισχυθεί ακόμη περισσότερο.
Η αυγή του 2025 θα μας βρει με μία σειρά προκλήσεων, (γεωπολιτικών, οικονομικών, εργασιακών, ενεργειακών, μεταναστευτικών, όπως και ευρύτερα πολιτικών), οι οποίες θα πρέπει να τύχουν αποτελεσματικής διαχείρισης, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι προοπτικές που θα επιφέρουν εργασιακή σταθερότητα, κοινωνική δικαιοσύνη, ομαλή μετάβαση και δίκαιη ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς.
Όπως δεικτικά έχει σημειώσει η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε πρόσφατη συνάντησή της με την Εκτελεστική Επιτροπή της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, ο κοινωνικός διάλογος, αποτελεί τη «βάση της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς». Ομοίως και ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ανέδειξε εμφανώς, την ανάγκη διασύνδεσης της οικονομικής ανάπτυξης και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, με την επάρκεια των μισθών και την ενίσχυση της συλλογικής διαπραγμάτευσης και των συλλογικών συμβάσεων.
Στη βάση αυτών των σημαντικών τοποθετήσεων, το 2025 αναμένεται να είναι δύσκολο στην επαρκή διευθέτηση των θεμάτων που θα πρέπει να ολοκληρωθούν με την αξιοποίηση του κοινωνικού διαλόγου και κυρίως του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, με δεδομένη τη χαρακτηριστική και προκλητική υποβάθμιση του θεσμικού ρόλου των κοινωνικών εταίρων.
Για τη ΣΕΚ δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή καμία παρέκκλιση από τις αρχές και την πρακτική που διέπουν τον θεσμικό κοινωνικό διάλογο και την τριμερή συνεργασία, ως διαδικασία ενίσχυσης της δημοκρατίας στις εργασιακές σχέσεις και στην εν γένει κοινωνικοοικονομική πολιτική.
Στο πλαίσιο αυτής της διαχρονικής πραγματικότητας, η ΣΕΚ καλεί την Κυβέρνηση αλλά και το σύνολο της Πολιτείας, όπως συνδράμουν ουσιαστικά στη διατήρηση και περαιτέρω ενίσχυση του ρόλου του κοινωνικού διαλόγου και της συλλογικής δράσης στις εργασιακές σχέσεις.
Η ενίσχυση της δημοκρατίας, ως αξιακή αρχή, διασυνδέεται άρρηκτα και με τη βελτίωση της αγοράς και των συνθηκών εργασίας, σε συνάρτηση με την ποιότητα και την αξιοπρέπεια στην εργασία, τόσο σε σχέση με τους μισθούς και τη διασύνδεσή τους με το κόστος ζωής, όσο και με τις συνθήκες απασχόλησης, δίνοντας έμφαση στην ασφάλεια και υγεία, όπως και στη συμφιλίωση οικογένειας και εργασίας.
Η περαιτέρω βελτίωση των όρων που εμπεριέχονται στις συλλογικές συμβάσεις, θα συνεχιστεί και εντός του 2025 για εκείνες τις συμβάσεις που βρίσκονται σε διαδικασία ανανέωσης, όπως και για τις νέες που θα συνομολογηθούν, ως απότοκο της αύξησης της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των εργαζομένων, σε ακόμα μεγαλύτερο αριθμό εργοδοτών στον ιδιωτικό τομέα.
Επιπρόσθετα όμως, τίθεται επιτακτικά η ανάγκη ολοκλήρωσης των εκκρεμοτήτων που βρίσκονται ενώπιον του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, όπως και ιδιαίτερα των μεταρρυθμιστικών πολιτικών, η εφαρμογή των οποίων μπορεί να δημιουργήσει τις ικανές και αναγκαίες συνθήκες για καλύτερη και συνολική διαχείριση των συνθηκών ακρίβειας.
Η πορεία των μισθών την τελευταία δεκαετία, οι οποίες βρίσκονται στο -4.1% σε συνάρτηση με το ΑΕΠ, σε αντίθεση με την κερδοφορία των επιχειρήσεων η οποία βρίσκεται στο 8.2% σε σχέση με το ΑΕΠ, επιβεβαιώνει την ανάγκη ουσιαστικής αύξησης των απολαβών των εργαζομένων. Ανάλογη είναι και η ανάγκη βελτίωσης των συντάξεων, λαμβάνοντας υπόψη πως, με πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, 30% των συνταξιούχων στην Κύπρο αναγκάζονται να συνεχίσουν να εργάζονται για οικονομικούς λόγους.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη στόχευση στην στρατηγική που θα οδηγήσει στη συνολική προσέγγιση της κοινωνικής διάστασης της στεγαστικής πολιτικής. Η ΣΕΚ έχει κατ’ επανάληψη τονίσει την ανάγκη διασύνδεσης του ρόλου που θα πρέπει να διαδραματίσει ο Οργανισμός Χρηματοδότησης Στέγης και ο Κυπριακός Οργανισμός Ανάπτυξης Γης. Σαφώς και η αυθαίρετη αποξένωση των δύο Οργανισμών από τη συμμετοχή των συνδικαλιστικών οργανώσεων στα Διοικητικά τους Συμβούλια, λειτουργεί αποτρεπτικά στην αξιοποίηση του ρόλου που τους έχει αποδοθεί από της ίδρυσής τους.
Ανάλογα υποστηρικτικός θα πρέπει να είναι και ο ρόλος των Τραπεζών, οι οποίες θα πρέπει να συνδράμουν στη δημιουργία δυναμικής ανάπτυξης της οικονομίας, της κοινωνικής ισορροπίας και της επιχειρηματικότητας, μέσα από την αναθεώρηση των δανειστικών κυρίως επιτοκίων, όπως και την ευρύτερη πολιτική διαχείρισης των αναγκών της κοινωνίας.
Αναντίλεκτα, η συνέπεια μεταξύ λόγων και πράξεων θα διαφανεί μέσα από την αξιοποίηση των προοπτικών που μπορούν να οδηγήσουν στην ολοκλήρωση των μεταρρυθμιστικών αναγκών και των εκκρεμοτήτων που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις.
Πιο συγκεκριμένα, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού θα πρέπει να βελτιώνει το σύστημα του ΤΚΑ, με τη ρύθμιση και της επενδυτικής πολιτικής, και να εντάσσει τα Ταμεία Προνοίας ως δεύτερος πυλώνας συνταξιοδοτικών παροχών, ρυθμίζοντας και τη συμπληρωματική ιδιωτική ασφάλιση, με παράλληλη όμως κοινωνική ενίσχυση των συντάξεων εκεί όπου αυτή η ανάγκη τεκμηριώνεται. Βασική αρχή αυτής της συνολικής μεταρρύθμισης, θα πρέπει να είναι η σαφής διασφάλιση πως, όλοι οι συνταξιούχοι θα λαμβάνουν σύνταξη πιο πάνω από το όριο της φτώχειας, δημιουργώντας παράλληλα και τις δυνατότητες συνολικής και καθολικής διαχείρισης της αναλογιστικής αναπροσαρμογής (12%).
Επιπρόσθετα, η πράσινη και συνολική φορολογική μεταρρύθμιση στη βάση του ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος και της σύνθεσης της οικογένειας, θα δώσει τη δυνατότητα περιορισμού της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας, μεταφέροντας την στη ρύπανση, σε μια προσπάθεια διαχείρισης των κλιματικών αλλαγών, προώθησης της κυκλικής οικονομίας, όπως και ομαλής και δίκαιης μετάβασης στην πράσινη ανάπτυξη και στη γαλάζια οικονομία.
Ομοίως και ο έγκαιρος σχεδιασμός και η εφαρμογή της Στρατηγικής που θα οδηγήσει στην αξιοποίηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για την επάρκεια των μισθών, θα δώσει τη δυνατότητα επέκτασης της εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων. Αυτή η εξέλιξη θα οδηγήσει στην καλύτερη ρύθμιση της αγοράς εργασίας, στην άρση του αθέμιτου ανταγωνισμού, ιδιαίτερα σε σχέση με τις δημόσιες συμβάσεις, για τις οποίες θα πρέπει να αποτελεί κριτήριο η εφαρμογή συλλογικής σύμβασης, και θα προάγει την ποιότητα και την αξιοπρέπεια στην απασχόληση.
Ανάλογα σημαντική και επιβεβλημένη είναι και η ουσιαστική βελτίωση του ύψους του Εθνικού Κατώτατου Μισθού, διασυνδέοντάς τον με το κόστος ζωής και τις ώρες εργασίας.
Βασική συνιστώσα στη δικαιότερη, ποιοτικότερη και πιο αξιοπρεπή ρύθμιση της αγοράς εργασίας και της ίδιας της απασχόλησης, αποτελεί και η πλήρης αποκατάσταση της ΑΤΑ, με παραχώρησή της στο σύνολο των εργαζομένων, στη βάση της φιλοσοφίας της, όπως ρητά αναφέρεται στη Μεταβατική Συμφωνία, δημιουργώντας συνθήκες επίτευξης του στόχου της κοινωνικής συνοχής.
Η αδικαιολόγητη και προκλητική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του διαλόγου που θα οδηγήσει στην πραγματική και συνολική αναθεώρηση της Στρατηγικής για την Απασχόληση Εργαζομένων από Τρίτες Χώρες, στη βάση των πραγματικών αναγκών της αγοράς εργασίας και με βασικό κριτήριο την εφαρμογή συλλογικής σύμβασης, δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα στην ομαλή λειτουργία της αγοράς εργασίας και δυνατότητες περαιτέρω εκμετάλλευσης των κενών που έχουν δημιουργηθεί σε ότι αφορά τον καθορισμό των διαδικασιών και των προϋποθέσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμάται πως το 2025, παρά τις προοπτικές που διανοίγονται, θα είναι δύσκολο έτος με πολλές προκλήσεις, αλλά και κινδύνους που διασυνδέονται με τη δυνατότητα διατήρησης της εργατικής ειρήνης.
Παράλληλα όμως, θα πρέπει να συνυπολογιστεί και το γεγονός πως, τον Ιανουάριο του 2025 ξεκινά το Τρίο της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το οποίο ολοκληρώνεται με την ανάληψη της Προεδρίας από την Κυπριακή Δημοκρατία κατά το πρώτο εξάμηνο του 2026.
Αυτό το στοιχείο, δημιουργεί μια νέα δυναμική η οποία μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί, τόσο σε ότι αφορά την κοινωνικοοικονομική πολιτική και τα εργασιακά ζητήματα, όσο και την ενεργειακή πολιτική, τη ναυτιλία, το μεταναστευτικό, τη στεγαστική πολιτική και τη μετάβαση στην πράσινη και στην ψηφιακή ανάπτυξη. Παράλληλα, αυτοί οι παράγοντες μπορούν να δημιουργήσουν καλύτερες προοπτικές σε ότι αφορά το Κυπριακό, στη βάση της ανάδειξης του ανταποδοτικά αμοιβαίου οφέλους, ανάμεσα στους υπόλοιπους Ευρωπαίους εταίρους και στην Κυπριακή Δημοκρατία, σε σχέση και με την προκλητικά επικίνδυνη στάση της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή.
Η ΣΕΚ θα βρίσκεται αρωγός σε αυτή την προσπάθεια, αξιοποιώντας τον ενεργό της ρόλο και στα Ευρωπαϊκά δρώμενα, ως σημαντικός εταίρος στον Ευρωπαϊκό κοινωνικό διάλογο.
Οι προκλήσεις είναι σαφείς, ομοίως και οι προοπτικές, υπό την προϋπόθεση πως, θα μπορέσουν να αξιοποιηθούν πραγματικά και ουσιαστικά οι κοινωνικοί εταίροι, όπως με απόλυτη επάρκεια και επιτυχία έχουν αξιοποιηθεί όλες τις προηγούμενες δεκαετίες και σε κάθε δύσκολη συγκυρία, διασφαλίζοντας την αξιοπιστία του επιτυχημένου συστήματος του κοινωνικού διαλόγου.
Η ΣΕΚ, έχοντας ολοκληρώσει πρόσφατα 80 χρόνια ζωής και συνδικαλιστικής, κοινωνικής και εθνικής δράσης, θα συνεχίσει να αποτελεί τον απόλυτο και πρωτοπόρο εκφραστή του ελεύθερου, ανεξάρτητου, τεκμηριωμένου και συνετά διεκδικητικού συνδικαλισμού, μακριά από στείρες αρνήσεις, αλλότριες σκοπιμότητες, οικονομικές ή άλλες διαπλοκές, και με γνώμονα το συμφέρον των εργαζομένων, του κοινωνικού συνόλου και της κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης της οικονομίας και του τόπου.